εξέρχομαι

εξέρχομαι
(AM ἐξέρχομαι) [έρχομαι]
βγαίνω έξω («τείχεος ἐξελθεῑν», Ομ. Ιλ.)
μσν.- νεοελλ.
αποχωρώ από υπηρεσία ή αξίωμα («εξέρχεται τής υπηρεσίας»)
αρχ.-μσν.
1. ξεκινώ, πηγαίνω να ασχοληθώ με κάτι
2. (για αίμα ή δάκρυα)
πηγάζω, βγαίνω
3. (για νερό) πηγάζω, αναβλύζω
μσν.
1. προέρχομαι
2. περιγράφω
3. αντεπεξέρχομαι
αρχ.
1. εκστρατεύω
(«οὕπω μείζονα παρασκευὴν ἔχοντες ἐξήλθομεν», Θουκ.)
2. (για εγκληματία) διαφεύγω σ' άλλη χώρα
3. διακρίνομαι ανάμεσα σε άλλους
4. σταματώ, τελειώνω
5. (για αρρώστια) περνώ
6. (για χρόνο) περνώ, λήγω
7. (για αρχή, υπηρεσία) λήγω («ἡ ἐξελθοῡσα βουλή», Ανδοκίδης)
8. αποβαίνω («τὰ δύσφορ' εἰ τύχοι κατ' ὀρθὸν ἐξελθόντα», Σοφ.)
9. προκύπτω («ἀριθμός... καὶ ἄλλοθεν οὐκ ἐλάττων ἐξέλθοι», Ξεν.)
10. παρουσιάζομαι, αποκαλύπτομαι
(«τοιόσδε δ' ἐκφὺς οὐκ ἄν ἐξέλθοιμ' ἔτι ποτ' ἄλλος», Σοφ.)
11. (για όνειρα, μαντείες) βγαίνω αληθινός
12. πραγματοποιώ («τὸ πολὺ τοῡ ἔργου ἐξῆλθον», Θουκ.)
13. ξεπερνώ το μέτρο
14. παραβαίνω («ἐξελθὼν νόμιμα», Αθήν.)
15. (για προϊόντα, εμπορεύματα) εξάγομαι
16. προβάλλω («ἐξέρχεσθαι οὐδὲ τὸν ἕτερον πόδα», Δείν.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εξέρχομαι — εξέρχομαι, εξήλθα βλ. πίν. 214 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ἐξέρχομαι — go pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξέλθετε — ἐξέρχομαι go aor subj act 2nd pl (epic) ἐξέρχομαι go aor imperat act 2nd pl ἐξέρχομαι go aor ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξέλθω — ἐξέρχομαι go aor subj act 1st sg ἐξέρχομαι go aor subj act 1st sg ἐξέρχομαι go aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξέλθῃ — ἐξέρχομαι go aor subj mid 2nd sg ἐξέρχομαι go aor subj act 3rd sg ἐξέρχομαι go aor subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξέρχεσθε — ἐξέρχομαι go pres imperat mp 2nd pl ἐξέρχομαι go pres ind mp 2nd pl ἐξέρχομαι go imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔξελθε — ἐξέρχομαι go aor imperat act 2nd sg ἐξέρχομαι go aor ind act 3rd sg (homeric ionic) ἐξέρχομαι go aor ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξελευσομένων — ἐξέρχομαι go fut part mid fem gen pl ἐξέρχομαι go fut part mid masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξελευσόμενον — ἐξέρχομαι go fut part mid masc acc sg ἐξέρχομαι go fut part mid neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξεληλυθότα — ἐξέρχομαι go perf part act neut nom/voc/acc pl ἐξέρχομαι go perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”